Καρκίνος της ουροδόχου κύστης

Η ουροδόχος κύστη είναι ένα κοίλο μυώδες όργανο όπου αποθηκεύονται τα ούρα. Την οριστική της θέση στην πύελο την παίρνει στην εφηβεία. Έχει ισχυρό μυικό τοίχωμα, με χαρακτηριστική διατασιμότητα, σχήμα λίγο – πολύ σφαιρικό και χωρητικότητα περίπου 500 κ.εκ.

Το τοίχωμα αποτελείται εξ ολοκλήρου από λείες μυικές ίνες που αποτελούν τον εξωστήρα μυ της κύστης. Ο βλεννογόνος της κύστης επενδύεται από μεταβατικό επιθήλιο, που εμφανίζει σημαντική ικανότητα διάτασης.

Παράλληλα, στο τοίχωμα πορεύονται οι ουρητήρες που εκβάλλουν στα ουρητηρικά στόμια μέσα στην ουροδόχο κύστη.

Τι είναι ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης;

Η καρκινογένεση είναι μία αλληλουχία γενετικών αλλαγών στους κυτταρικούς μηχανισμούς αύξησης, διαφoρoποίησης   και απόπτωσης που οδηγούν στη μετατροπή ενός φυσιολογικού κυττάρου σε καρκινικό.

Το καρκίνωμα της ουροδόχου κύστης είναι το δεύτερο σε συχνότητα καρκίνωμα του ουρογεννητικού συστήματος, μετά από αυτό του προστάτη.

Η αναλογία ανδρών/γυναικών μεταξύ των πασχόντων είναι περίπου 3,8/1. Η μέση ηλικία εμφάνισης είναι τα 69 έτη στους άνδρες και τα 71 στις γυναίκες, ωστόσο μπορεί να εμφανιστεί ακόμη και σε παιδιά.

Ο κίνδυνος εξέλιξης ενός επιφανειακού καρκινώματος σε διηθητικό είναι ίδιος σε όλες τις ηλικίες.
Επίσης, εμφανίζεται με διπλάσια συχνότητα στους λευκούς σε σχέση με τους μαύρους άνδρες. Οι άνδρες ωστόσο, έχουν υψηλότερη 5ετή επιβίωση σε σχέση με τις γυναίκες.

Ποια είναι τα πιο συχνά συμπτώματα του καρκίνου της κύστεως;

Το συχνότερο σύμπτωμα με το οποίο εμφανίζεται το νεόπλασμα της κύστης είναι η ανώδυνη αιματουρία, η οποία παρατηρείται στο 85% των ασθενών. Η αιματουρία μπορεί να είναι μακροσκοπική ή μικροσκοπική, συχνά δε είναι διαλείπουσα, γεγονός που έχει ιδιαίτερη σημασία στη διάγνωση της νόσου, αφού μία αρνητική για αιμοσφαιρίνη γενική εξέταση ούρων πρακτικά δεν αποκλείει τη νόσο.

Συμπτώματα πλήρωσης (ερεθιστικά) όπως συχνουρία, νυκτουρία, η επιτακτική ούρηση είναι συχνότερα σε in situ καρκίνους ή διηθητικούς όγκους.

Σπανιότερες εκδηλώσεις της νόσου είναι ο οσφυϊκός πόνος, το οίδημα των κάτω άκρων και μια ψηλαφητή μάζα.

Μπορεί να προληφθεί;

Υπάρχουν ουσίες όπως η βιταμίνες Α και η β-καροτίνη που θεωρούνται ότι προστατεύουν έναντι του καρκίνου της κύστης. Προστατευτικά μπορούν να δράσουν επίσης:

  • Η διακοπή του καπνίσματος.
  • Η μείωση της κατάχρησης αναλγητικών ουσιών.
  • Η προστασία από τις ουρολοιμώξεις.
  • Ο τακτικός προληπτικός έλεγχος σε άτομα υψηλού κινδύνου.

Ποιοι παράγοντες κινδύνου σχετίζονται με τον καρκίνο της κύστης;

Η επαγγελματική έκθεση σε χημικά καρκινογόνα έχει υπολογιστεί ότι ευθύνεται για το 20% περίπου των καρκίνων της ουροδόχου κύστης. Εργάτες στις βιομηχανίες πετρελαίου, ελαστικών, δέρματος, χημικών και βαφών φαίνεται να διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο.

Η λανθάνουσα περίοδος από την έκθεση στον καρκινογόνο παράγοντα μέχρι την εμφάνιση της νόσου μπορεί να είναι πολύ μεγάλη, φτάνοντας ακόμη και τα 30-50 έτη. Άλλες ουσίες που έχουν ενοχοποιηθεί ως αιτιολογικοί παράγοντες του καρκίνου της κύστης είναι και διάφορα τεχνικά γλυκαντικά (σακχαρίνη), όπως και το κάπνισμα.

Το κάπνισμα ευθύνεται για το 25-60% των περιπτώσεων καρκίνου της κύστεως. Οι καπνιστές διατρέχουν τετραπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης του καρκινώματος σε σχέση με τους μη καπνιστές, ο δε κίνδυνος φαίνεται ότι σχετίζεται επίσης με τον αριθμό των τσιγάρων, τη διάρκεια του καπνίσματος και τον βαθμό εισπνοής του καπνού.

Τσάι και καφές

Η κατανάλωση καφέ και τσαγιού στο παρελθόν είχε ενοχοποιηθεί για την εμφάνιση καρκίνου της ουροδόχου κύστης. Μεταγενέστερες μελέτες δεν κατάφεραν ωστόσο να αποδείξουν κάτι τέτοιο. Άλλοι βασικοί παράγοντες κινδύνου είναι οι εξής:

  • Η κατάχρηση αναλγητικών -έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκινώματος.
  • Η χρόνια φλεγμονή της κύστης, μικροβιακή ή μή, ειδικότερα σε ασθενείς με μόνιμο καθετήρα. Υπολογίζεται ότι 2-10% των παραπληγικών με μόνιμο καθετήρα θα αναπτύξουν τη νόσο.
  • Η σχιστοσωμίαση, η οποία οφείλεται σε παράσιτο θεωρείται επίσης βασικός αιτιολογικός παράγοντας.
  • Η ουρολοίμωξη (ειδικά στις γυναίκες) μπορεί να οδηγήσει σε καρκινογένεση λόγω της μετατροπής των νιτρικών των ούρων σε νιτροζαμίνες.
  • Οι λίθοι που παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα στο ουροποιητικό μπορεί να προκαλέσουν καρκίνο της κύστης.
  • Οι γυναίκες με καρκίνο του τραχήλου της μήτρας που υποβάλλονται σε ακτινοβολία της πυέλου, έχουν 2-4 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου της κύστης και μάλιστα εκτεταμένου.
    Μέχρι τώρα επιδημιολογικές αποδείξεις κληρονομικότητας της νόσου δεν έχουν υπάρξει.

Υπάρχουν δείκτες στα ούρα που μπορούν να συμβάλουν στον έγκαιρο εντοπισμό του καρκίνο της κύστης;

Η κυτταρολογική εξέταση ούρων αποτελεί ένα χρήσιμο διαγνωστικό εργαλείο, κυρίως για την ανίχνευση των όγκων της ουροδόχου κύστης που δεν αναγνωρίζονται κυστεοσκοπικά. Βασίζεται στο γεγονός ότι τα καρκινικά κύτταρα εμφανίζουν μειωμένη συνοχή και κατά συνέπεια αποφολιδώνονται εύκολα, με αποτέλεσμα να αναγνωρίζονται στα ούρα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους.

Η διαγνωστική αξία της εξέτασης αυξάνεται στους μεγάλους όγκους, επειδή αυτοί περιέχουν μεγάλο αριθμό αποφολιδούμενων νεοπλασματικών κυττάρων.

Όταν αντί για ένα δείγμα ούρων εξετασθούν τρία δείγματα, η διαγνωστική αξία αυξάνεται από 65% σε 87%.

Υπάρχουν και άλλοι δείκτες με ερευνητικές εφαρμογές, που δεν εφαρμόζονται στην καθημερινότητα.

Τι είναι η κυστεοσκόπηση;

Αποτελεί την τελική εξέταση με την οποία επιβεβαιώνεται η διάγνωση. Ο ασθενής τοποθετείται σε θέση γυναικολογική και δια μέσου της ουρήθρας εισάγεται στην ουροδόχο κύστη το κυστεοσκόπιο, ένα εργαλείο συνδεδεμένο με κάμερα που επιτρέπει στον γιατρό να δει σε μεγέθυνση στην οθόνη την ουροδόχο κύστη και την παθολογία της.

Η εξέταση αυτή είναι ανώδυνη και γίνεται συνήθως με τοπική αναισθησία. Ωστόσο, μπορεί να γίνει και με νάρκωση, γενική ή ραχιαία όταν θέλουμε να ληφθούν βιοψίες από την κύστη ή να γίνει αφαίρεση του όγκου.

Με τη λήψη βιοψιών γίνεται κλινική και παθολογοανατομική σταδιοποίηση του όγκου, η οποία θα καθορίσει και το είδος της θεραπείας.

Ποιες θεραπευτικές επιλογές υπάρχουν;

Η θεραπευτική αντιμετώπιση του καρκίνου της κύστης καθορίζεται από το στάδιο της νόσου.

Οι πρωτοεμφανιζόμενοι όγκοι της ουροδόχου κύστης είναι επιφανειακοί σε ποσοστό 75-85%.

Οι υπόλοιποι εμφανίζονται εξαρχής ως διηθητικοί – μάλιστα στο 50% απ΄ αυτούς υπάρχουν ήδη λανθάνουσες μεταστάσεις, που γίνονται εμφανείς σε διάστημα ενός έτους από τη διάγνωση.

Ένα σημαντικό και δυσεπίλυτο πρόβλημα των επιφανειακών όγκων είναι οι πολλές υποτροπές. Ένα 40-50% των όγκων υποτροπιάζουν μετά την αρχική αφαίρεση του όγκου.

Η θεραπευτική αντιμετώπιση του καρκίνου της κύστης καθορίζεται από το στάδιο της νόσου.

  • Οι ασθενείς με επιφανειακό νεόπλασμα υποβάλλονται αρχικά σε διουρηθρική εξαίρεση του όγκου και στη συνέχεια, ανάλογα με το στάδιο και τον βαθμό της κακοήθειας, είτε εντάσσονται σε πρόγραμμα συστηματικής παρακολούθησης, είτε υποβάλλονται σε ενδοκυστική θεραπεία.
  • Οι ασθενείς με διηθητικούς όγκους είναι υποψήφιοι για ριζική αφαίρεση της κύστης, που μπορεί να ακολουθηθεί από χημειοθεραπεία, ανάλογα με τα παθολογοανατομικά ευρήματα.
    Οι τοπικά εκτεταμένοι όγκοι μπορούν να αντιμετωπισθούν αρχικά με συστηματική χημειοθεραπεία, σε μία προσπάθεια μείωσης του όγκου και στη συνέχεια με ακτινοβολία ή χειρουργική επέμβαση – ανάλογα με την ανταπόκριση.
  • Τέλος, οι ασθενείς με μεταστατική νόσο αντιμετωπίζονται με χημειοθεραπεία.
    Η ριζική κυστεκτομή αποτελεί τον χρυσό κανόνα στην αντιμετώπιση της μη μεταστατικής διηθητικής νόσου. Αντένδειξη για την εκτέλεση της κυστεκτομής αποτελεί η συνύπαρξη σοβαρών ιατρικών προβλημάτων. Το χειρουργείο στον άνδρα περιλαμβάνει την enbloc αφαίρεση της κύστης, του προστάτη και των σπερματοδόχων κύστεων, ενώ στη γυναίκα η κύστη αφαιρείται μαζί με τη μήτρα, τα εξαρτήματα και το πρόσθιο τοίχωμα του κόλπου. Αναπόσπαστο τμήμα της κυστεκτομής αποτελεί η πυελική αφαίρεση των λεμφαδένων.
    Η ριζική κυστεκτομή μπορεί να πραγματοποιηθεί με την κλασική μέθοδο, δηλαδή με υπομφάλιο κάθετη τομή ή λαπαροσκοπικά και ρομποτικά.
    Στην λαπαροσκοπική και ρομποτική χειρουργική γίνεται συνήθως και μια τομή για την εκτροπή των ούρων και την παρασκευή του εντέρου.

Ο Δρ. Σπυρίδων Γκούβαλης είναι Χειρουργός Oυρολόγος, εξειδικευμένος στις νεώτερες τεχνικές της ουρολογικής χειρουργικής και στις πιο σύγχρονες διαγνωστικές μεθόδους.