Πώς μπορούμε να προστατεύσουμε τα παιδιά από τις ουρολοιμώξεις; Ποιος ο ρόλος του θηλασμού και της περιτομής; Πόσο «αθώα» είναι η δυσκοιλιότητα; Τι είναι η ασυμπτωματική βακτηριουρία; Γιατί δεν πρέπει να «κρατάμε» τα ούρα μας;
Ουρολοίμωξη αποκαλούμε τη φλεγμονή η οποία προκαλείται όταν εισέρχονται μικρόβια στην ουροδόχο κύστη. Όταν η λοίμωξη εντοπίζεται στην ουροδόχο κύστη ονομάζεται κυστίτιδα ενώ όταν εντοπίζεται στους νεφρούς την αποκαλούμε πυελονεφρίτιδα και αποτελεί σοβαρή λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος.
Εκτιμάται ότι περίπου το 8% των κοριτσιών και το 2% των αγοριών θα παρουσιάσουν μία τουλάχιστον ουρολοίμωξη κατά την παιδική τους ηλικία. Και οφείλουμε να την αντιμετωπίσουμε άμεσα καθώς είναι πιθανό σε ποσοστό 17% να προκαλέσει μόνιμη νεφρική βλάβη.
Η ουρολοίμωξη μπορεί να εκδηλωθεί στο κατώτερο ουροποιητικό σύστημα ως οξεία κυστίτιδα, ουρηθρίτιδα ή ασυμπτωματική βακτηριουρία ή στο ανώτερο ουροποιητικό σύστημα ως πυελίτιδα, οξεία πυελονεφρίτιδα κ.α Μπορεί η ουρολοίμωξη να είναι εμπύρετη ή απύρετη.
Πώς μπορώ να προστατεύσω το παιδί μου;
Θηλασμός. Διαφαίνεται ότι ο ρόλος του θηλασμού είναι σημαντικός και μπορεί να λειτουργήσει προστατευτικά. Υπάρχει η εκτίμηση ότι οι ουδέτεροι ολιγοσακχαρίτες, όπως η λακτόζη, οι οποίοι βρίσκονται στο μητρικό γάλα αναστέλλουν την προσκόλληση των βακτηρίων στα ουροεπιθηλιακά κύτταρα, τα οποία βρίσκονται στο εσωτερικό τοίχωμα της κύστης.
Περιτομή. Τα αγόρια που έχουν υποβληθεί σε περιτομή φαίνεται ότι έχουν μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης συμπτωματικών ουρολοιμώξεων. Αυτό, ωστόσο δεν επιβάλλει όλα τα αγόρια να υποβάλλονται σε περιτομή αλλά κυρίως μικροί ασθενείς που εμφανίζουν αποφρακτική ουροπάθεια ή παιδιά που έχουν γεννηθεί με ανατομική ανωμαλία. Κι αυτό γιατί και οι δύο είναι παράγοντες που μπορεί να ενισχύσουν την προδιάθεση για την εμφάνιση ουρολοιμώξεων.
Δεν «κρατάμε» τα ούρα μας. Πρέπει να φροντίζουμε τη συχνή και ολοκληρωτική κένωση της ουροδόχου κύστης. Τα παιδιά συνήθως καθυστερούν να ουρήσουν διότι δεν επιθυμούν πολλές φορές να χρησιμοποιήσουν τις σχολικές τουαλέτες. Πρέπει να τα διδάξουμε να ουρούν και να κενώνουν το έντερό τους, λαμβάνοντας τις κατάλληλες προφυλάξεις.
Αυστηρή υγιεινή της ουρογεννητικής περιοχής. Αποφύγετε την αλόγιστη χρήση αντισηπτικών ουσιών γιατί διαταράσσουν τη φυσιολογική χλωρίδα της περιγεννητικής περιοχής. Ενθαρρύνετε στο παιδί να σκουπίζεται από τα γεννητικά όργανα προς τον πρωκτό και όχι προς την αντίθετη κατεύθυνση. Τα κορίτσια πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικά γιατί η ουρήθρα βρίσκεται κοντά στον πρωκτό. Προτιμάτε το ντουζ αντί το μπάνιο στην μπανιέρα.
Πολλά υγρά. Το παιδί πρέπει να λαμβάνει καθημερινά – και όλες τις εποχές του χρόνου- τις ποσότητες υγρών που έχει ανάγκη ώστε ν’ αποβάλει τοξίνες και να είναι ενυδατωμένο.
Αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας. Αποτελεί ουσιαστικό προδιαθεσικό παράγοντα στην εμφάνιση αλλά και στις υποτροπές των λοιμώξεων του ουροποιητικού. Πρέπει να αντιμετωπισθεί δραστικά και δια βίου.
Διατροφή πλούσια σε λαχανικά και φρούτα. Συμβάλει στη σωστή λειτουργία του εντέρου και ενισχύει το ανοσοποιητικό.
Ναι σε βαμβακερά εσώρουχα. Εμποδίζουν την ανάπτυξη μικροβίων. Όχι σε στενά ρούχα γιατί κρατούν υγρασία και επιτρέπουν την ανάπτυξη μικροβίων.
Ασυμπτωματική βακτηριουρία
Η εμφάνιση κάποιου μικροβίου στην καλλιέργεια ούρων υγιών παιδιών χωρίς την συνοδεία συμπτωμάτων (πυρετού ή ενόχλησης κατά την ούρηση) ονομάζεται ασυμπτωματική βακτηριουρία η οποία δε φαίνεται να προκαλεί νεφρικές βλάβες. Ο γιατρός λαμβάνει λεπτομερές ιστορικό για τις συνθήκες ούρησης του μικρού ασθενή και ακολουθεί προσεκτική κλινική εξέταση, χωρίς να υπάρξει υποχρεωτικά σύσταση για ειδική θεραπεία. Η αντιβίωση καταστρέφει την φυσιολογική περιουρηθρική περιοχή και τη χλωρίδα του εντέρου και είναι πιθανόν να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης ασυμπτωματικών ουρολοιμώξεων από λοιμογόνα στελέχη: αποφεύγουμε τη χρήση αντιβιοτικών αν δεν είναι απολύτως απαραίτητη.
Ουρολοιμώξεις μπορούν να προκαλέσουν και οι παρασιτώσεις που προκαλούν ερεθισμό στην περιοχή γύρω από τον πρωκτό. Για την αντιμετώπιση τους πρέπει να ακολουθείται η κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.
Άμεση αντιμετώπιση χρήζει και η γονοκοκκική νεογνική λοίμωξη, γνωστή και ως βλεννόρροια. Πρόκειται για σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα που μεταφέρεται από την μητέρα στο νεογνό και συνήθως εκδηλώνεται σε αυτό με επιπεφυκίτιδα. Η λοίμωξη μπορεί να προληφθεί με έλεγχο και θεραπεία της υποψήφιας μητέρας πριν τον τοκετό.